|   Alle Sprachen   
EN   SV   IS   RU   RO   FR   IT   SK   NL   PT   LA   FI   ES   HU   NO   BG   HR   CS   DA   UK   TR   PL   EO   SR   SQ   EL   BS   |   FR   SK   IS   ES   NL   RO   HU   PL   SV   NO   RU   FI   SQ   IT   DA   CS   PT   HR   BG   LA   EO   SR   BS   TR   EL

Γερμανο-ελληνικό λεξικό

BETA Deutsch-Griechisch-Übersetzung für: Με
  äöüß...
  Optionen | Tipps | FAQ | Abkürzungen

LoginRegistrieren
Home|New Website|About|Vokabeltrainer|Fachgebiete|Benutzer|Forum|Mitmachen!
Griechisch-Deutsch-Wörterbuch: Με

με {prep}
mit [+Dat.] <m.>
bei
Ακούστε με!
Hört mich an!
ανάλογα με {prep} [σχετικά με]
entsprechend
άφησέ με...
Lass mich ...
κόψ'το με ... [μη μου λες γιά ...] [ιδίωμα]
hör bloß auf mit ...
με (εμένα) {pron}
mich
με αυτοπεποίθηση {adj}
selbstbewusst
Με δουλεύεις;
Willst du mich auf den Arm nehmen?
με εκτίμηση {adv}
hochachtungsvoll [im Brief]
με ευχέρεια {adv}
fließend [Rede]
με παιχνίδια {adv}
spielerisch
με πανσέληνο
bei Vollmond
Με συγχωρείτε!
Verzeihung!
Entschuldigen Sie bitte!
Με τίποτε!
Auf keinen Fall!
με χειραψία
per Handschlag
παίζω μέ
jdn. zum Besten halten
παράτα με!
Lass mich in Ruhe!
σύμφωνα με {prep}
zufolge
σύμφωνα με
laut <lt.> [+Dat., auch +Gen.]
σχετικά με {prep}
über
hinsichtlich [+Gen.]
σχετικά με {adv}
relativ
σχετικά με
mit Bezug auf
σχετικός με
mit Bezug auf
γελώ μέ {verb}
sich lustig machen über etw.
ζώ μέ {verb}
leben von ...
στενοχωριέμαι μέ {verb}
sich abquälen mit etw.
συνεργάζομαι (με) {verb}
zusammenarbeiten (mit [+Dat.])
χαίρομαι με {verb}
Freude haben an [+Dat.]
Δε με νοιάζει.
Ist mir egal.
δουλεύω με σύστημα
mit System arbeiten
systematisch arbeiten
με άλλα λόγια {adv}
mit anderen Worten <m. a. W.>
με κανένα τρόπο
auf keinen Fall
Με λένε Φράνκ.
Ich heiße Frank.
Με ποιόν μιλούσες;
Mit wem sprachst du?
με πολλή κίνηση {adj}
verkehrsreich
με τα πόδια {adv}
zu Fuß
με την ευκαιρία {prep}
anlässlich
με το να {conj}
indem
με το παραπάνω
mehr als üblich
με φιλικούς χαιρετισμούς
mit freundlichen Grüßen
μετάβαση με επιστροφή
Hin- und Rückfahrt
Μή μέ παρεξηγήσετε!
Nehmen Sie es mir bitte nicht übel!
μιλώ με ευφράδεια
sehr redegewandt sein
σύμφωνα με αυτό {adv}
demnach
συνηθισμένος {ο} με κάτι {adj} {past-p}
gewöhnt
χέρι με χέρι
Hand in Hand
αναμειγνύομαι με/σε {verb}
sich mischen in [+Akk.]
αναμένω με ευχαρίστηση {verb}
sich auf etw. freuen
είμαι ερωτευμένος με {verb}
verliebt sein in [+Akk.]
με πειράζει κάτι {verb}
etw. dagegen haben
φεύγω με όχημα {verb}
wegfahren
φονεύω με πείνα {verb}
hungern
διακοπές {οι} με ιππασία
Reiterferien {pl}
κρίκος μέ κλειδιά {ο}
Schlüsselbund {n}
λίστα με ψώνια
Einkaufszettel {m}
παπούτσι {το} με τάπες
Stollenschuh {m}αθλητ.
πληρωμή {η} με μετρητά
Barzahlung {f}
πλοήγηση {η} με ραντάρ
Radarnavigation {f}
ρολόι {το} με κούκο
Kuckucksuhr {f}
σαλάτα {η} με ζυμαρικά
Nudelsalat {m}γαστρ.
στρώμα {το} με νερό
Wasserbett {n}
ταξίδι {το} με αυτοκίνητο
Autofahrt {f}
ταξίδι {το} με τρένο
Bahnfahrt {f}
Ήπια καφέ με γάλα.
Ich trank Kaffee mit Milch.
Καθόμαστε πόρτα με πόρτα.
Wir wohnen Tür an Tür.
με αυτή την ευκαιρία
bei dieser Gelegenheit
με καρότο και μαστίγιο {adv} [ιδίωμα]
mit Zuckerbrot und Peitsche [Redewendung]
με πληρωμένα ταχυδρομικά τέλη {adj} {past-p}
frankiert
Με τις υγείες σου!
Gesundheit! [nach dem Niesen]
παράλληλος με άσκηση επαγγέλματος {ο} {adj}
berufsbegleitend
σύφωνα με μαρτυρίες του
nach Angaben
αφήνω να με περιποιηθούν {verb}
sich verwöhnen lassen
κάνω κατάδυση με αναπνευστήρα {verb} [κοιν.]
schnorcheln
σκουπίζω με ηλεκτρική σκούπα {verb}
staubsaugen
αίθουσα με γκισέ / ταμεία {η}
Schalterhalle {f}
έλεγχος {ο} ταχύτητας με ραντάρ
Radarfalle {f}
Radarkontrolle {f}
καμπύλη {η} με ανιούσα κλίση
ansteigende Kurve {f}μαθ.οικον.
καμπύλη {η} με κατιούσα κλίση
absteigende Kurve {f}μαθ.οικον.
φοβία {η} επαφής με άλλους
Berührungsangst {f}ψυχολ.
Εσύ σαν συγγενής έπρεπε να με υποστηρίξης.
Du als Verwandter müsstest mich unterstützen.
Έτρεχα, σαν νά με κυνηγούσαν.
Ich lief, als ob man mich jagte.
Θα χτίσω το σπίτι μου έτσι, ώστε να μοιάζη με πλοίο.
Ich werde mein Haus so bauen, dass es wie ein Schiff aussieht.
Θέλω ένα χαλί τρία με τέσσερα.
Ich möchte einen Teppich drei mal vier.
Με ξυπνήσανε στις 4 το πρωί.
Sie weckten mich um 4 Uhr morgens.
με όλη τη σημασία της λέξης {adv}
im wahrsten Sinne des Wortes
Με συνόδεψε ως την εξώπορτα.
Er begleitete mich bis an die Haustür.
Με τη ζέστη δεν μπορούμε να πάμε έξω.
Bei der Hitze können wir nicht ausgehen.
Μίγμα αλατιού με αρτύματα για ψητό κοτόπουλο
Hähnchengewürzsalz
Μόλις με χρειαστής, γράψε μου.
Sobald du mich brauchst, schreib mir!
Φέρε μαζί με τον καφέ και τα τσιγάρα μου.
Bring mit dem Kaffee auch meine Zigaretten her!
nach oben | home© 2002 - 2024 Paul Hemetsberger | Impressum / Datenschutz
Dieses Deutsch-Griechisch-Wörterbuch (Γερμανο-ελληνικό λεξικό) basiert auf der Idee der freien Weitergabe von Wissen. Mehr dazu
Links auf dieses Wörterbuch oder einzelne Übersetzungen sind herzlich willkommen! Fragen und Antworten
Werbung